Skip to content
Στις 2 και 3 Φεβρουαρίου, εκδικάστηκε στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αγρινίου η υπόθεση του δουλεμπορίου στην περιοχή της παραχελωΐτιδας (Κατοχή Αιτωλοακαρνανίας), με βασικούς κατηγορούμενους επτά άτομα (δυο ρουμάνικης καταγωγής και πέντε ελληνικής καταγωγής). Η έκβαση της δίκης, όπως αναφέρεται στην Εφημερίδα Γεγονός (2015, Φεβρουαρίου 7) ήταν η καταδίκη σε πολυετή κάθειρξη ενός άτομου ρουμανικής καταγωγής, ενώ σε δυο ελληνικής καταγωγής επιβλήθηκαν ποινές πρόσκαιρης κάθειρξης και αφέθηκαν ελεύθεροι. Δεν περιμένουμε τίποτα από την αστική δικαιοσύνη. Ούτε πιστεύουμε πως το δουλεμπόριο στην εν λόγω περιοχή έχει πάψει να υφίσταται. Παράλληλα, μπορούμε να πούμε με σιγουριά, πως μερικές ποινές δεν θα σταματήσουν αυτά τα φαινόμενα που αποτελούν μια τεράστια, αλλά αόρατη, περιοχή του καπιταλισμού. Μιλάμε για τον καπιταλιστικό «κάτω κόσμο», όπου κυριαρχεί η εκμετάλλευση της εργασίας των μεταναστών και μεταναστριών. Μια περιοχή που παραμένει πεισματικά σε όρους σκλαβιάς, συστηματικά απούσα από τις εθνικές στατιστικές.
Ωστόσο, κάποιοι άνθρωποι θέλουν να σταθούν εμπόδιο στην επέλαση του κεφαλαίου. Για αυτό το 2010, αλληλέγγυοι και αλληλεγγύες από το Αγρίνιο (μέσω πρωτοβουλίας που αναπτύχτηκε εκείνη την περίοδο για το συγκεκριμένο ζήτημα), επισκεφτήκαν την περιοχή Κατοχής Αιτωλοακαρνανίας αρκετές φορές, παρέχοντας υλική στήριξη στους μετανάστες και τις μετανάστριες, με τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης. Εκεί, από πρώτο χέρι, είδαμε τις συνθήκες διαβίωσης τους, αναλογιστήκαμε τις όρους εργασία τους, ήρθαμε αντιμέτωποι με την ιεραρχική δομή του καταυλισμού τους, κοινοποιήσαμε και θέσαμε το ζήτημα στην δημόσια σφαίρα, δείξαμε έμπρακτα την αλληλεγγύη μας –αντιλαμβανόμενοι πάντα πως η ζωή των μεταναστών αποτελεί μελλοντική εκδοχή της δική μας ζωής. Η πρωτοβουλία αυτή έληξε αφενός διότι έφτασε στα όρια των δυνατοτήτων της και αφετέρου η ιεραρχική δομή του καταυλισμού δεν άφηνε περιθώρια για περαιτέρω κινήσεις. Ήδη από τις πρώτες επισκέψεις μας στον καταυλισμό, εντοπίσαμε τα «κεφάλια» του καταυλισμού, αξιολογήσαμε τις σχέσεις τους με τους «ντόπιους παράγοντες», ακούσαμε κάποιες σιγανές φωνές άλλων μεταναστών που μιλούσαν για «κουμάντα» και «αρχηγούς».
Η είδηση που ήρθε κάποιο καιρό αργότερα ότι άτομα ελληνικής και ρουμανικής καταγωγής κάνουν εμπορία ανθρώπων «κατά εξακολούθηση, κατά συρροή και κατ΄ επάγγελμα», έχοντας ως βασική τροφοδοσία τους μετανάστες και τις μετανάστριες στον εν λόγω καταυλισμό, δε θα μπορούσε να προκαλέσει έκπληξη. Αυτές οι δεκάδες μεταναστών στην Κατοχής Αιτωλοακαρνανίας, δεν είναι μια «ατυχής εξαίρεση». Αποτελούν κρίκο της μακριάς αλυσίδας της σύγχρονης εργασίας. Μια αλυσίδα που ξεκινάει από τους σύγχρονους σκλάβους, την παιδική εργασία, την καταναγκαστική πορνεία, την εργασία των φυλακισμένων και φτάνει έως τις συνθήκες της σύγχρονης «τυπικής» μισθωτής εργασίας. Αυτές οι περιοχές της σκλαβιάς, σαν αυτής της Κατοχής Αιτωλοακαρνανίας, αποτελούν σημαντικό δομικό στοιχείο της βάσης που πατάει ο καπιταλισμός. Η δημιουργία στρατιών σύγχρονων σκλάβων είναι καίριο σημείο την καπιταλιστικής στρατηγικής. Για να δημιουργηθούν αυτοί οι εργάτες που θα δουλέψουν σε αυτά τα κάτεργα, όπως αναφέρει ο Caffentzis (2012), «γιγάντιες νέες περιφράξεις χαράσσονται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Αφρικής, της Ασίας και της Αμερικής» (και η κρίση στην Ευρώπη σηματοδοτεί πως αυτές οι νέες περιφράξεις χαράσσονται και στις δικές της περιοχές). Το ίδιο κεφάλαιο που έχει στην ιδιοκτησία του τις υπερσύγχρονες δομές παραγωγής και υπηρεσιών, περιφράσσει κομμάτια γης σε ολόκληρο τον πλανήτη προκαλώντας λιμούς, επιδημίες, πολέμους χαμηλής έντασης, φτωχοποίηση και μαζική εξαθλίωση, απαραίτητα συστατικά για την δημιουργία στρατιών σύγχρονων σκλάβων. Και επειδή ο λεγόμενος «Τρίτος Κόσμος» δεν αρκεί, η κατασκευή ενός νέου «Τρίτου Κόσμου» στο εσωτερικό του «Πρώτου Κόσμου» έχει προ πολλού ξεκινήσει. Περιλαμβάνει έκτος από μετανάστες (σαν αυτούς της Κατοχής Αιτωλοακαρνανίας) και πολλούς πρωτοκοσμικούς εργάτες (άνεργους, επισφαλείς, «μαύρους», ανασφάλιστους, ελαστικούς).
Το κεφάλαιο των εταιριών υψηλής τεχνολογίας (υψηλής οργανικής σύνθεσης), δεν αφήνει το βλέμμα του ούτε μια στιγμή από τα κάτεργα και τα σκλαβοπάζαρα. Εκεί που η νόμιμη και «τυπική» εργασία τελειώνει, αρχίζει η σκλαβιά που παράγει τεράστιες ποσότητες υπεραξίας για το κεφάλαιο, απαραίτητη προϋπόθεση για την εξάπλωσή του.
Με λίγα λόγια: Καπιταλισμός χωρίς σκλαβοπάζαρα δεν γίνεται.
Είτε σε περιόδους «κρίσης», είτε σε περιόδους «ανάπτυξης», από τους κάμπους παραχελωΐτιδας, μέχρι τις συνθήκες εκμετάλλευσης την «τυπικής» μισθωτής σκλαβιάς των αστικών κέντρων, η εξαθλίωση και η εκμετάλλευση για την παραγωγή κέρδους, είναι το κύριο μέλημα του κεφαλαίου. Συνεπώς, η πτώση μας στο απύθμενο βαρέλι της εκμετάλλευσης συνεχίζεται. Δική μας δουλεία είναι να ανακόψουμε αυτήν την πτώση. Μακριά από τις μεσολαβήσεις και τις αναθέσεις των καιρών μας.
Δείτε και διαβάστε περισσότερα στην ιστοσελίδα του Παροξυσμού
Μια σύντομη ιστορική αναδρομή: από τις απαρχές του καπιταλισμού έως το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Από τις αρχές το 20ου αιώνα, τα καμπανάκια χαιρετούν καθημερινά το άνοιγμα και το κλείσιμο του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης, τιμώντας την εργασία και την αυτοθυσία των «εργατικών» κερδοσκόπων που ποντάρουν τον πλανήτη, αποφασίζουν για την αξία των εμπορευμάτων, επιλέγουν ποιοί πρέπει να πλουτίσουν και ποιοί να ζήσουν στην ανέχεια. Τα καμπανάκια χαιρετούν αυτούς που είναι ικανοί να σκοτώσουν περισσότερους απ΄ ό,τι ο πόλεμος, η πανούκλα ή οι σεισμοί. Μια μέρα του Οκτωβρίου του 1929, το Χρηματιστήριο κατέρρευσε: η ανεργία ανέβηκε στα ύψη, οι μισθοί κατρακύλησαν, η ύφεση χαρακτήρισε το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του ΄30, ολόκληρος ο κόσμος πλήρωσε τα σπασμένα… Και ο κόσμος μη έχοντας άλλες εναλλακτικές, μιας και ήταν πλήρως εξαρτημένος από το κεφάλαιο, γονάτισε από την ανέχεια. Τι ήταν όμως αυτό που τον οδήγησε σε πλήρη εξάρτηση από το κεφάλαιο; Από τον 16ο αιώνα μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, το κεφάλαιο άρχισε να εμφανίζεται και να εδραιώνεται σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης (κυρίως στην Αγγλία) με την διαδικασία των περιφράξεων: Οι αγρότες εκδιώχθηκαν από την γη, που ζούσαν και καλλιεργούσαν, η συλλογική ιδιοκτησία έγινε ιδιωτική, φυτευτήκαν φράχτες, σκάφτηκαν χαντάκια, ο δημόσιος χώρος χάθηκε, η κοινοτική ζωή διαλύθηκε. Οι αγρότες απομακρύνθηκαν από την γη και τα μέσα παραγωγής και ακολούθως μετατράπηκαν σε εργάτες, μισθωτούς ή άμισθους. Αυτό αποτέλεσε την λεγόμενη «πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου» και έτσι ξεκίνησε ο καπιταλισμός.
Ας σταθούμε εντούτοις στην πρωταρχική συσσώρευση και να τονίσουμε πως πέρα από την εκδίωξη της αγροτιάς από την γη, την περίφραξη της συλλογικής ιδιοκτησίας (κοινές γαίες) και τη διάλυση της κοινωνικής ζωής, στις διαδικασίες της πρωταρχικής συσσώρευσης ανήκει και η απαξίωση της αναπαραγωγικής εργασίας των γυναικών και η κοινωνική υποβάθμιση της, που ήταν θεμελιώδης για τη συσσώρευση του κεφαλαίου και που διαρκεί μέχρι σήμερα. Η πρωταρχική συσσώρευση εστιάζει στη διάλυση της αρχικής ενότητας μεταξύ εργάτη και μέσων παραγωγής -και αυτό αποτελεί μια ιστορική προϋπόθεση του καπιταλισμού. Ωστόσο αποτελεί και το περιεχόμενο του κεφαλαίου. Από τη στιγμή που ο καπιταλισμός παίρνει σάρκα και οστά, δεν διατηρεί μόνο το διαχωρισμό μεταξύ εργάτη και των μέσων παραγωγής, αλλά τον αναπαράγει σε μια διαρκώς αυξανόμενη κλίμακα. Με λίγα λόγια, αυτό που στη χαραυγή του καπιταλισμού, εμφανίζεται ως διακριτή ιστορική διαδικασία ανάδυσης του κεφαλαίου (πρωταρχική συσσώρευση), στη μετέπειτα καπιταλιστική συσσώρευση παρουσιάζεται ως μια «φυσιολογική» διαρκής διαδικασία. Δηλαδή, ό,τι εφαρμόστηκε κατά το ξεκίνημα του καπιταλισμού, εξακολουθεί να εφαρμόζεται μέχρι και σήμερα, μετασχηματίζοντας τα μέσα παράγωγης και αναπαραγωγής μας σε κεφάλαιο, κάνοντας μας να είμαστε πλήρως εξαρτημένοι από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Η σημερινή κρίση αποτελεί μέθοδο της «πρωταρχικής συσσώρευσης», με τον καπιταλισμό να αρπάζει και να διαλύει, έτσι ώστε να ανοίξει το δρόμο για έναν νέο κύκλο συσσώρευσης του κεφαλαίου, ώστε να επιβιώσει και ν’ αναπαραχθεί.
Συνεχίζοντας την ιστορική αναδρομή σε πιο πρόσφατες περιόδους, να σημειώσουμε πως η κρίση, μπορεί να παρουσιάζεται ως αποτέλεσμα «ανεύθυνων κερδοσκόπων», αλλά στην πραγματικότητα είναι μια κρυφή κρίση των ταξικών και κοινωνικών σχέσεων. Μετά το Ά Παγκόσμιο Πόλεμο έχουμε σε μαζική κλίμακα την εφαρμογή του Τεϋλορισμού-Φορντισμού, όπου η βιομηχανική παραγωγή μεγιστοποιήθηκε, με τους εργάτες να λειτουργούν σαν απλά εξαρτήματα των μηχανών και το ανθρώπινο χέρι να μην ξεχωρίζει από τα εργαλεία. Παράλληλα, τα επαναστατικά κινήματα βρίσκονται σε ακμή, αποτέλεσμα επαναστατικών διαδικασιών που ξεκίνησαν από τις αρχές του 20ου αιώνα. Ο Άγγλος οικονομολόγος Τζών Κέυνς, αναγνωρίζει τη δύναμη της εργατικής τάξης και υποστηρίζει πως με την κατάλληλη κρατική παρέμβαση μπορεί να φέρει αύξηση της παραγωγικότητας, της κατανάλωσης και της ευμάρειας. Πριν το Κραχ του ΄29, μέρος του κεφαλαίου βάλτωνε στο Χρηματιστήριο, στοιχηματίζοντας κέρδη από μελλοντική εργασία. Μετά το Κραχ και συγκεκριμένα από το 1933 έως το 1936 θεσπίζονται μια σειρά από οικονομικά προγράμματα στις ΗΠΑ, όπως είναι η κοινωνική ασφάλιση και η αναγνώριση του συνδικαλισμού. Αυτή η σειρά των οικονομικών προγραμμάτων περιγράφτηκαν με τον όρο New Deal και ήταν η απάντηση στο Κραχ του ΄29. Το New Deal ουσιαστικά ήταν η εφαρμογή του λεγόμενου Κεϋνσιανισμού, όπου αφεντικά και εργάτες έδωσαν τα χέρια. Το πρόγραμμα του Κεϋνσιανισμού ολοκληρώθηκε με την είσοδο των Ηνωμένων Πολιτειών στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο λύνοντας και το πρόβλημα της πλεονάζουσας εργασίας. Πως; Με τη σφαγή εκατομμυρίων ανθρώπων στα πεδία μάχης…
Από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έως σήμερα…
Λίγο πριν την λήξη του Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ιδρύονται η Παγκόσμια Τράπεζα και το Δ.Ν.Τ. σε μια Διεθνή Συνδιάσκεψη που συνήλθε στο Bretton Woods των ΗΠΑ και αναλαμβάνουν το ρόλο των εγγυητών για την ομαλή αναπαραγωγή της παγκόσμιας κυριαρχίας του κεφαλαίου. Μετά το αιματοκύλισμα των δύο Παγκοσμίων Πολέμων τα αφεντικά «μαλακώνουν» και εφαρμόζουν το λεγόμενο κράτος πρόνοιας. Αυτό οδηγεί στην ενσωμάτωση της εργατικής τάξης και σε συνδυασμό με τις σύγχρονες μεθόδους παραγωγής, αυξάνεται η παραγωγικότητα και η κατανάλωση. Η δεκαετία του ’60 φέρνει στην επιφάνεια ισχυρά κινήματα αμφισβήτησης και το κράτος απαντά με περισσότερες κοινωνικές παροχές. Όμως τα πνεύματα δεν καταλαγιάζουν… Τα κινήματα δυναμώνουν, επιχειρώντας την «έφοδο στον ουρανό», σπάζοντας τα όρια του New Deal. Οι αγώνες αυτοί κυκλοφόρησαν από τα εργοστάσια στα σχολεία, τις κουζίνες και τις κρεβατοκάμαρες, την ύπαιθρο των μητροπόλεων και των αποικιών. Οι μαχητικές διαδηλώσεις και η ένοπλη πάλη, οι φεμινίστριες και οι μαύροι, οι χίπηδες και οι ομοφυλόφιλοι, το LSD και η ψυχεδέλεια, αναγκάζουν το αντιπρόεδρο της Ford το 1969 να αποφανθεί πως «η παραδοσιακή εργασιακή ηθική των ΗΠΑ -η σκληρή δουλεία ως αρετή και καθήκον- έχει διαβρωθεί σε σημαντικό βαθμό». Αυτή η γενικευμένη ανυποταγή, αυτή η κρίση στην πειθάρχηση της εργατικής τάξης, οδηγεί σε μια νέα κρίση κερδοφορίας που εμφανίστηκε στη δεκαετία του ΄70. Αυτή η κρίση παρουσιάστηκε σαν μια μυστικοποιημένη οικονομική κρίση αλλά στην πραγματικότητα ήταν μια κρίση από την συσσώρευση δυσαρέσκειας και αρνήσεων από την πλευρά των εκμεταλλευομένων. Η απάντηση σε αυτήν την κρίση από την πλευρά του κράτους και του κεφαλαίου ήταν από τη μια η επίθεση στα κατεκτημένα των κοινωνικών και ταξικών αγώνων και από την άλλη η αποφυγή της υποκατανάλωσης και η διασφάλιση της μελλοντικής εκμετάλλευσης μέσω της διεύρυνσης του δανεισμού. Νεοφιλελευθερισμός λοιπόν… Και κάθε εργασιακή «συμφωνία»σπάει. Από τότε η κρίση έπαιρνε συνεχώς αναβολές, αλλά πάντα αιωρούνταν ως ενδεχόμενο, μέχρι που το 2008 έκανε πάλι την εμφάνισή της…
Η παγκόσμια φύση της κρίσης.
Την ίδια χρονιά που η σφαίρα του μπάτσου Κορκονέα, διαπερνά το σώμα του νεαρού Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, η κρίση, που ενδημούσε από την δεκαετία του ΄70, κάνει την εμφάνισή της σε παγκόσμια κλίμακα και εκδηλώνεται με άγρια μορφή και στην Ελλάδα. Ντόπιοι οικονομολόγοι και πολιτικοί, αρχικά έριξαν το φταίξιμο στην «τεμπελιά» των ελλήνων, στον «διογκωμένο» δημόσιο τομέα κτλ. Πατριώτες, εθνικιστές και φασίστες έριξαν το φταίξιμο στους μετανάστες και στα «ξένα κέντρα». Κάνεις δεν απέδωσε καμία ευθύνη στον καπιταλισμό. Αργότερα η κρίση εμφανίστηκε και σε άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης: η ανεργία στην Ισπανία και την Ιταλία έκανε κοινώς αποδεκτό πως η κρίση δεν είναι μια ελληνική ιδιαιτερότητα. Το επόμενο διάστημα τα νούμερα της ανεργίας δείχνουν ότι και στην υπόλοιπη Ευρώπη τα προβλήματα δεν είναι λίγα. Στην Γαλλία, τη Σουηδία, το Βέλγιο ακόμα και στη Γερμανία οι μισθοί πέφτουν, παρουσιάζονται ελλείμματα στα ταμεία, παγώνουν οι συντάξεις. Δεν βρίσκεται μόνο η Νότια Ευρώπη σε εποχή κρίσης, αλλά ολόκληρη η Ευρώπη νοσεί. Και πάλι δε σταματάμε εδώ, διότι τα ίδια συμβαίνουν και στις ΗΠΑ –εξάλλου από εκεί έκανε επανεκκίνηση με την φούσκα των στεγαστικών δανείων και την κατάρρευση του οικονομικού κολοσσού Lehman Brothers. Τα στοιχεία που δίνουν ο ΟΗΕ και το Διεθνές Γραφείο Εργασίας, ως προς την ανεργία και το μέσο εισόδημα ανά κάτοικο, δείχνουν ότι η κρίση βαθαίνει, διευρύνεται. Από όλα αυτά μπορούμε να συμπεράνουμε πως η κρίση είναι παγκοσμίου βεληνεκούς, είναι δηλαδή μια παγκόσμια κρίση.
Τα αφεντικά αυτού του κόσμου, όσο και θέλουν να το αποκρύψουν, πλέον δεν μπορούν να αρνηθούν την παγκόσμια φύση της κρίσης. Όμως σε καμιά περίπτωση δεν πρόκειται να δεχτούν πως η κρίση προκύπτει από τον ίδιο τον πυρήνα του καπιταλισμού. Άλλωστε με αυτόν τον τρόπο πιστεύουν πως θα διασώσουν το σύστημα από το οποίο τρέφονται.
Μια απόπειρα ερμηνείας της κρίσης. Ο νόμος της αξίας.
Τα κυρίαρχα ΜΜΕ, ως γνήσια φερέφωνα του κεφαλαίου και της εξουσίας, αν και έχουν άποψη επί παντός επιστητού, για την κρίση αρνούνται μετά από τόσο καιρό να δώσουν μια σαφής απάντηση, αποκρύπτοντας την ουσία του προβλήματος. «Κρίση Χρέους», «Χρηματοπιστωτική Κρίση», «Κρίση Καζίνο» κτλ είναι μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που οδηγούν την κοινή συνείδηση σε ένα μυστικοποίημενο κόσμο χρηματοπιστωτικών κυκλωμάτων, μετοχικών εταιριών, διαφθαρμένων πολιτικών, που κανένας και καμία από εμάς δεν καταλαβαίνει τι γίνεται. Και σίγουρα αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι…
Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να ερμηνεύσει κανείς την κρίση και να την ονοματίσει. Εδώ επιχειρείται μια ανάλυση που θεωρεί πως η κρίση ξεκινά από το ίδιο τον πυρήνα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και οι ίδιες οι αντιφάσεις του τον οδηγούν σε κρίση. Σε αυτή την ανάλυση θεωρούμε κομβικής σημασίας την ύπαρξη των εργατικών αγώνων και των κινημάτων αμφισβήτησης, καθώς και την ανυποταγή και τη συσσώρευση αρνήσεων από την κοινωνία. Βασικό εργαλείο για αυτήν την ανάλυση είναι ο νόμος της αξίας του Μαρξ. Όπως αναφέρει ο Caffentzis (1980) «Ο νόμος της αξίας είναι η αντίληψη σύμφωνα με την οποία, οι τιμές, τα κέρδη, τα κόστη και τα λοιπά μεγέθη των λογιστικών βιβλίων καθορίζονται -και εξηγούνται- από τον χρόνο εργασίας που αναλώνεται για την παραγωγή των εμπορευμάτων και την αναπαραγωγή των εργατών» (σελ.69). Από την πλευρά τους τα αφεντικά κάνουν ότι περνά από το χέρι τους για να αποκομίσουν όσο δυνατόν μεγαλύτερο κέρδος από την εκμετάλλευση της εργασία των εργατών. Αυτό που ενδιαφέρει τα αφεντικά είναι η ανάπτυξη αυτών των συνθηκών, όχι για να εξυπηρετηθούν οι ανθρώπινες ανάγκες ή για να βελτιωθεί η ζωή μας, αλλά για να αυξηθεί το κέρδος τους. Εκείνο που πρωτίστως τους ενδιαφέρει, είναι το ποσοστό κέρδους, δηλαδή πόσο κέρδος θα αποκομίσουν σε σχέση με κεφάλαιο που θα δαπανήσουν σε μισθούς, νοίκια, εγκαταστάσεις, πρώτες ύλες κτλ. (Και για να είμαστε ακριβείς, το ποσοστό κέρδους είναι ο λόγος της αποσπώμενης υπεραξίας προς το άθροισμα του μεταβλητού και σταθερού κεφαλαίου).
Όταν η νεκρή εργασία τρώει τους ζωντανούς.
Το κεφάλαιο έχει την τάση να βάζει όλο και περισσότερες μηχανές στην παραγωγή. Δυο σημαντικοί λόγοι, που καταφεύγει σε αυτήν την επιλογή, είναι οι εξής: Πρώτον, αυξάνεται η παραγωγικότητα και δεύτερον, οι μηχανές κάνουν ακριβώς ότι τους λένε, δεν φέρνουν αντιρρήσεις, ούτε κάνουν απεργίες όπως οι εργάτες. Μακροπρόθεσμα όμως αυτό έχει σαν συνέπεια να μειώνεται το κέρδος των αφεντικών. Μπορούμε να πούμε, πως στην παραγωγή όσο περισσότερο κεφάλαιο ξοδεύεται για μηχανήματα σε σχέση με τα κεφάλαιο που ξοδεύεται στους μισθούς των εργατών που δουλεύουν, τόσο μικρότερο είναι το ποσοστό κέρδους. Το πιο σημαντικό είναι πως ο μοναδικός παράγοντας που μπορεί να δώσει κέρδος στα αφεντικά είναι η εκμετάλλευση της ανθρώπινης εργασίας. Γιατί η εργατική δύναμη είναι η μοναδική γενεσιουργός πηγή της αξίας. Και αν θέλουμε να πάμε και στα πεδία της φιλοσοφίας, η κρίσιμη ικανότητα που προικίζει την ανθρώπινη εργασία να παράγει αξία, δεν είναι η αδυναμία να κατασκευαστούν μηχανές-ρομπότ που θα την αντικαταστήσουν, αλλά η ικανότητα της ανθρώπινης εργασίας να στερήσει τον αφέντη από τις υπηρεσίες της. Η ικανότητα να αρνηθεί τον ίδιο της τον εαυτό. Η ικανότητα μας να πούμε «όχι» στην εκμετάλλευση.
Το κεφάλαιο, λοιπόν, θέλει να ξεμπερδέψει μια και καλή με τους εργάτες. Θέλει να τους κάνει στην άκρη. Να απαλλαγεί από την ανυποταγή, τις διεκδικήσεις και το «ατίθασο χέρι της εργασίας». Το κεφάλαιο απαντά στην απειθαρχία της εργασίας με την αντικατάσταση του ανυπάκουου εργάτη από την υπάκουη μηχανή. Διώχνει την ζωντανή εργασία (τους εργάτες) και στη θέση της βάζει τη νεκρή εργασία (τις μηχανές). Αλλά από την άλλη, ο μοναδικός παράγοντας που του φέρνει κέρδη είναι η ίδια εκμετάλλευση της εργασίας. Μόνο η εργασία μπορεί να παράξει κέρδος για τα αφεντικά. Αυτή η αντίφαση, έχει συνέπειες στην αναπαραγωγή του κεφαλαίου που θα εκδηλωθούν ως μείωση του ποσοστού κέρδους.
Σε παγκόσμιο επίπεδο παρατηρείται μια αύξηση της μισθωτής εργασίας με μια παράλληλη μείωση του αριθμού των αγροτών και των ελεύθερων επαγγελματιών. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι είναι αποκομμένοι από την γη και τα μέσα παραγωγής και εξαρτώνται ακόμα πιο πολύ από το κεφάλαιο, με ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων να είναι άνεργοι ή σε καθεστώς υποαπασχόλησης. Ταυτόχρονα, ενώ έχουμε μια υπερσυσσώρευση μηχανών, το μέσο ποσοστό κέρδους μειώνεται και μαζί μειώνεται και η ζήτηση των μισθωτών, που το μονό που μπορούν να κάνουν για να επιβιώσουν είναι να πουλήσουν σε κάποιο αφεντικό την χειρονακτική ή διανοητική τους ικανότητα ή ακόμα και το τελευταίο οχυρό της αξιοπρέπειά τους, δηλαδή το ίδιο τους το κορμί…
Από την φούσκα του χρηματιστηρίου στη σφαίρα της παραγωγής.
Επίσης, ένα τμήμα του κεφαλαίου που δεν μπορεί να αξιοποιηθεί, στρέφεται στο χρηματιστήριο με την προοπτική μέσα από απάτες και χρηματοπιστωτικές αγυρτείες να βγάλει κέρδη εκ του μηδενός. Το χρήμα να γεννήσει χρήμα δηλαδή, χωρίς την μεσολάβηση του εργάτη. Έτσι φεύγουμε από το πραγματικό κόσμο της παραγωγής και πάμε στο μυστικιστικό κόσμο του χρηματιστηρίου. Όπως περιγράφηκε πιο πάνω, η αιτία της κρίσης εντοπίζεται στην ίδια την σφαίρα της παραγωγής και επειδή σε αυτήν την σφαίρα δεν έβγαζαν αρκετά κέρδη τα αφεντικά, μεταφέρανε τα κεφάλαια στις σάλες του χρηματιστηρίου. Εκεί όμως που τα κέρδη δεν έχουν πραγματικό αντίκρισμα και αντιστοιχούσαν μόνο σε ψευτοαξίες σε χαρτιά και μετοχές, η κρίση έσκασε σαν φούσκα. Έσκασε σαν φούσκα και επέστρεψε στον πραγματικό κόσμο, δηλαδή στο κόσμο της παραγωγής. Μπορούμε να πούμε ότι η κρίση είναι η βίαιη αποκατάσταση της χαμένης ενότητας μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης. Και η βία παράγει βία…
Στο βάθος πόλεμος.
Αυτή η «πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους», μπορεί να έχει διαφορετική έκβαση κάθε φορά και για τον καπιταλισμό και για την κοινωνία. Η έκβαση αυτή εξαρτάται από διάφορες μεταβλητές, από αγώνες με αβέβαιη κατάληξη, από κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς δυνάμεων. Το κεφάλαιο από την μεριά του, προσπαθεί να αντισταθμίσει αυτήν την «πτωτική τάση» με διάφορα μέτρα, που σε πολλούς και πολλές από εμάς θα φανούν αρκετά οικεία, με πιο βασικά τα εξής: κοινωνικοποίηση της χασούρας των τραπεζών, εντατικοποίηση της εργασίας, αύξηση των ωρών εργασίας -χωρίς αύξηση του μισθού-, συμπίεση μισθών και κοινωνικών παροχών σε υγεία, ασφάλεια, συντάξεις κτλ, χρησιμοποίηση μαύρης και φθηνής εργασίας μεταναστών και ντόπιων. Με την ανεργία να αποτελεί έναν άσο στο μανίκι των αφεντικών, ως μια στρατηγική για την αύξηση του εφεδρικού στρατού φτηνών εργατών. Και όλα αυτά εφαρμόζονται –συνήθως- κλιμακωτά μέχρι όσο τους παίρνει.. Και αν όλα αυτά τα μέτρα δεν φανούν αρκετά, πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι πάντα στο βάθος του τούνελ της κρίσης σιγοφέγγει η λάμψη του πολέμου…
Εν κατακλείδι;
Η βία της κρίσης, πριν απ΄όλα, είναι η κοινωνική βία εναντίον των οικογενειών που πετιούνται στο δρόμο, είναι οι μαζικές απολύσεις, το κλείσιμο των επιχειρήσεων και οι μετεγκαταστάσεις τους, οι ουρές στα φιλανθρωπικά συσσίτια, οι άστεγοι, τα σκοτεινά σπίτια, ο ακρωτηριασμός των κοινωνικών δαπανών. Είναι η ποινικοποίηση των κοινωνικών αντιστάσεων και αγώνων, η ενίσχυση του κατασταλτικού κράτους, η επιβολή μιας κατάστασης εκτάκτου ανάγκης με πρόσχημα την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, για να συνηθίσουν οι εργάτες και οι εργάτριες την καπιταλιστική πειθαρχία. Είναι, τέλος, ο πόλεμος για την μοιρασιά των ζωνών επιρροής, την πρόσβαση στις πηγές ενέργειας, τη λεηλασία πρώτων υλών, την αγορά εξοπλιστικών συστημάτων.
Τελικά η ανυποταγή, η απειθαρχία των εργατών και των εργατριών, οι αγώνες και οι διεκδικήσεις, τα κινήματα αμφισβήτησης, αναγκάζουν τα αφεντικά να αντικαταστήσουν με μηχανές το μοναδικό παράγοντα που μπορεί να παράξει αξία, δηλαδή τον άνθρωπο… Και αυτή η αντίφαση, μειώνει τα κέρδη τους, ρίχνει τα ποσοστά τους, τους οδηγεί στον τζόγο του χρηματιστηρίου, οδηγεί σε κρίση… Πάραυτα, οι κρίσεις μπορούν να ξεπεραστούν. Το ζήτημα είναι με ποιο τίμημα ξεπερνιούνται και ποιος πληρώνει. Η συγκυρία της κρίσης θα αξιοποιηθεί από τα κινήματα ως μια ευκαιρία για επανάσταση ή θα οδηγήσει σε μια νέα μορφή καπιταλιστικής βαρβαρότητας; Την απάντηση δεν την δίνει η θεωρία. Την απάντηση μπορούν να την δώσουν οι ταξικοί και κοινωνικοί αγώνες που διεξάγονται παντού.
Βιβλιογραφία
– Μαρξ, Κ. (1986). Το Κεφάλαιο, τομ. Ά. Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.
– Μαρξ, Κ. (1986). Το Κεφάλαιο, τομ. ΄Γ (σελ.267-328). Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.
– Ρούσης, Γ. (2012). Από την κρίση στην επανάσταση. Αθήνα: Γκοβόστη.
– Φάμπρικα Υφανέτ. (2010). Η μονιμότητα της κρίσης του καπιταλισμού. Factory, (1), 8-13.
– Caffentzis, G. (2012). Η εργασία, η ενέργεια, η κρίση και το τέλος του κόσμου. Αθήνα: Αρχείο 71.
– Bonefeld, W. (2002). Ιστορία και κοινωνική σύσταση: Η πρωταρχική συσσώρευση δεν είναι πρωταρχική. Ανάκληση από Rebelnet.gr.
– Federici, S. (2011). Ο Κάλιμπαν και η μάγισσα. Γυναίκες, σώμα και πρωταρχική συσσώρευση. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις των Ξένων.
– Federici, S., Caffentzis, G., Jappe, A. & κ.α. (2012). Σημειώσεις της στέπας, (2). Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις των Ξένων.
– Holloway, J. (2006). Ας αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να καταλάβουμε την εξουσία. Αθήνα: Σαββάλας.
-Midnight Notes & Friends. (2009). Υποσχετικές Επιστολές – Από την Κρίση στα Κοινά. Ανάκληση από Rebelnet.gr.
Από τιην ιστοσελίδα/έντυπο αντιπληροφόρησης Παροξυσμός
Στις 17 Νοεμβρίου του 1973 και ώρα μία το μεσημέρι, μια «μιαρή» φιγούρα για τα δεδομένα της τότε αθηναϊκής κοινωνίας βρίσκονταν στην συμβολή των οδών Αχαρνών και Χέϋδεν, μαζί με τον 13χρονο γιό του. Αφγανικής καταγωγής, με τούρκικη υπηκοότητα, ταχυδακτυλουργός στο επάγγελμα: αυτά τα χαρακτηριστικά από μόνα τους αρκούσαν για να δεχτεί μια θανάσιμή ριπή στην κοιλιά από το μυδράλιο τεθωρακισμένου στρατιωτικού οχήματος της Χούντας. Ο Αλέξανδρος Βασίλειος (Μπασρί) Καράκας, ετών 43, ήταν κάτοικος του Αγίου Παντελεήμονα. Όπως έχουν καταγράφει ως τώρα τα στοιχεία, ο Μπασρί ήταν ο μόνος από τους δεκάδες δολοφονηθέντες του Πολυτεχνείου που μεταφέρθηκε απευθείας στο νεκροτομείο. Ούτε σε Νοσοκομείο, ούτε σε Σταθμό Πρώτων Βοηθειών, ούτε σε Θεραπευτήριο. Κατευθείαν στο Νεκροτομείο.
Μιάμιση δεκαετία αργότερα στο ίδιο σημείο το κτήριο επί των οδών Αχαρνών και Χέϋδεν καταλαμβάνεται από άγριους νεολαίους, αντιεξουσιαστές και αναρχικούς. Επί δυόμιση περίπου δεκαετίες, η Villa Amalias αποτελεί ένα κοινωνικό ανάχωμα ενάντια στους φυσικούς και πολιτικούς απογόνους της Χούντας και σε κάθε φασισμό, εθνικισμό και ρατσισμό. Η Villa Amalias, αποτέλεσε ένα διαρκή κρυφό φόρο τιμής στον Αφγανό Ταχυδακτυλουργό με το τούρκικο διαβατήριο. Ίσως τυχαία, αλλά αυτό δεν έχει σημασία: η Villa Amalias ήταν εκεί, όπως και ο Αλέξανδρος Μπαρσί Καράκας.
Από την ιστοσελίδα/έντυπο αντιπληροφόρησης Παροξυσμός
Αυτήν την στιγμή το «facebook» σημειώνει ρεκόρ επισκεψιμότητας με τον αριθμό των χρηστών να ξεπερνά επίσημα το ένα δισεκατομμύριο. Η αρχική ιδέα της δημιουργίας αυτού του πανίσχυρου δικτύου βασίστηκε στην δυνατότητα μετατροπής μιας διαδικτυακής σχέσης σε άμεση ή έμμεση ερωτική/σεξουαλική σχέση. Δυο άγνωστοι άνθρωποι, μεταφέρονται από τον «πραγματικό» κόσμο στο εικονικό κόσμο του διαδικτύου, γνωρίζονται εκεί με την προσδοκία να επιστρέψουν στον «πραγματικό» κόσμο και να σμίξουν … Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι ανεξαρτήτως αποτελέσματος, η επιστροφή αυτή σπανίως συντελείται και ο χρήστης μένει εγκλωβισμένος στο αχανές χωροχρόνο του διαδικτύου, καρφωμένος στην οθόνη του υπολογιστή, νομίζοντας πως κοινωνικοποιείται, ταξιδεύει, συμμετέχει, δρα πολιτικά… Όλα αυτά συντελούνται στο σύγχρονο κοινωνικό περιβάλλον, όπου οι άνθρωποι απομονώνονται και διαφέρουν όλο και περισσότερο ο ένας απ’τον άλλον και ταυτόχρονα μετατρέπονται σε ουδέτερα ομοιογενή στοιχεία. Ο καθένας και η καθεμία έχει την δυνατότητα να διαλέξει στυλ και άποψη μέσα από μια γκάμα επιλόγων προχωρώντας παράλληλα και στην κατάλληλη κατανάλωση εμπορευμάτων. Το αποτέλεσμα είναι οι έννοιες της ύπαρξης, του νοήματος και της ταυτότητας να γίνονται αντιληπτές μόνο μέσα από τη σκοπιά του εμπορεύματος.
Το facebook, ως μέσο, εμπεριέχει διάφορες μορφές επικοινωνίας, διαμεσολαβημένης πάντα, μιας και ανάμεσα των χρηστών υπάρχει ως επικοινωνιακό μέσο ο υπολογιστής και οι λειτουργίες του facebook. Αν θέλαμε με δυο λέξεις να περιγράψουμε την συμπεριφορά του μέσου χρήστη του facebook, θα επιλέγαμε τις λέξεις «ναρκισσισμός» και «εγωισμός». Ο ναρκισσισμός και ο εγωισμός ανατροφοδοτούνται από διάφορες επιλογές του facebook. Παράδειγμα ο «Τοίχος» (wall) προσκαλεί τον χρήστη να γράψει τί σκέφτεται (“Τι σκέφτεστε;”) και τους φίλους του να γράψουν κάτι στον χρήστη (“Γράψτε κάτι …”). Από την πλευρά του χρήστη το μήνυμα που θα γράψει είναι αυτοαναφορικό, μια έκκληση προς παρατήρηση και κοινωνική σχέση. Οι φίλοι του μπορούν να του κάνουν «like», επιβραβεύοντας τον, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση ότι ο χρήστης αποκτά ένα ρόλο και μια σημασία στην κοινωνία. Από ένα σημείο και μετά ο χρήστης ανεβάζει μηνύματα, τραγούδια, βίντεο και φωτογραφίες τα οποία επιδιώκει να είναι τα πλέον αποδεκτά στους ψηφιακούς του φίλους. Πολλά από αυτά ίσως να μην τον εκφράζουν ή να μην έχουν ιδιαίτερη σημασία για αυτόν, αλλά προωθούνται λόγω της αποδοχής που μπορεί να έχουν σε μια μερίδα των φίλων του, φτιάχνοντας ένα προφίλ που απέχει από την πραγματικότητα του χρήστη. Έτσι, το προφίλ του facebook αποτελεί συνήθως ένα ασυνάρτητο μωσαϊκό στο οποίο ο Μπακούνιν βρίσκεται δίπλα στο Game of Throne, διάσημοι ποδοσφαιριστές δίπλα στους Ζαπατίστας, ένα ανέκδοτο να διαδέχεται τη φωτογραφία μιας δολοφονίας και ο σπάιντερ-μαν να παίρνει την θέση ενός αστέγου… Το ασυνάρτητο αυτό ψηφιακό μωσαϊκό φυσικά αντικατοπτρίζει και τη σημερινή κατάσταση κοινωνικής αφασίας και εγωπάθειας που κυριαρχεί.
Τελικά, ο χρήστης μετατρέπεται σε ηθοποιό επί σκηνής, ενώ οι υπόλοιποι χρήστες στο κοινό του. Ο χρήστης καθορίζει την δραστηριότητά του στο facebook σε σχέση με το τί θέλει το υποτιθέμενο κοινό του. Πλέον, ο χρήστης διακατέχεται από μια αγωνία να παίξει τον ρόλο του, να φτιάξει το προφίλ του, να προωθήσει τις ιδέες του, να πει την γνώμη του επί παντός επιστητού, να επιβάλει την αισθητική και την άποψη του, να δώσει την παράστασή του, να γίνει κάποιος. Και όλα αυτά καρφωμένος πάντα στην οθόνη του pc του ή του tablet του.
Εδώ, μπορούμε να πούμε, πως ο χρήστης μπορεί να μην είναι ικανοποιημένος από την ίδια την καθημερινότητά του και το facebook να λειτουργεί ως υποκατάστατο το οποίο αναστέλλει κάθε κίνηση για αλλαγή, μιας και η «άλλη» επιθυμητή καθημερινότητα εκπληρώνεται μέσα από αυτό.
Τελικά ο χρήστης αποξενώνεται, με το «φαίνεσθαι» να απέχει πολύ από το «είναι». Από τη μια αισθάνεται ψεύτικος -λόγω της εικόνας που προωθεί- και από την άλλη θεωρεί τον πραγματικό εαυτό σαν κάτι μικρό και ασήμαντο. Ο ναρκισσισμός και ο εγωισμός εντείνουν τον φόβο της απόρριψης και η κοινωνία και το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων προβάλλουν εχθρικά και απειλητικά προς τον χρήστη.
Κάνοντας την παραπάνω μικρή αναφορά για το πως οι λειτουργίες του facebook επηρεάζουν τον ίδιο τον χρήστη, δεν μπορούμε έτσι απλά να καταλήξουμε σε μια δαιμονοποίηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των τεχνολογιών επικοινωνίας. Ούτε πιστεύουμε πως όποιος διαβάσει αυτό το κείμενο, θα εγκαταλείψει την αγαπημένη του διαδικτυακή ασχολία. Ας συνειδητοποιήσουμε, όμως, την αποξένωση και το χάσιμο που προκαλεί αυτό το μέσο, αλλά και την εκμετάλλευση που κρύβει. Και ένα μέσο με ένα δις χρήστες και τόσες δυνατότητες, δεν είναι δυνατόν να μην βασίζεται στην εκμετάλλευση. Όλη αυτή την παραγωγική δύναμη του facebook, σίγουρα δεν την δημιουργεί ο Zuckerberg. Εμείς, οι εργάτες και οι εργάτριες αυτού του κόσμου την δημιουργούμε. Και μάλιστα, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε, εργαζόμαστε άμισθα καθημερινά για το facebook καθώς και για άλλα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Συγκεκριμένα, το facebook εγκολπώνει κάθε μέρα περιεχόμενα, γνώσεις, συναισθήματα ακόμα και σχέσεις από όλους τους χρήστες. Τούτος ο πλούτος του facebook δεν παράγεται από τον Zuckerberg, αλλά από όλους τους χρήστες του. Κάθε μέρα ο Zuckerberg, πουλά αυτήν την εργασία των χρηστών -την οποία ποτέ δεν αμείβει-, μετατρέποντας την σε κέρδος για τον ίδιο. Κοντολογίς, η ψηφιακή κοινότητα του facebook παράγει πληροφορία (γούστα, καταναλωτικές συνήθειες, τάσεις αγοραστικές) που πακετάρονται με την μορφή στατιστικών στοιχείων και πωλούνται σε άλλους, όπως επίσης χρησιμοποιούνται σε διαφημίσεις και προσφορές όλων των ειδών.
Ένα δις και κάτι ψιλά εκατομμύρια άνθρωποι που χρησιμοποιούν αυτήν την στιγμή το facebook, το κάνουν λόγω της ανάγκης για επικοινωνία στον πραγματικό κόσμο και για τον αντίστοιχο μετασχηματισμό του. Το πρόβλημα είναι ότι οι δυνατότητες των χρηστών εγκλωβίζονται στο ψηφιακό κόσμο και τείνουν να υποκαταστήσουν τις αδιαμεσολάβητες μορφές επικοινωνίας. Επίσης, η συντριπτική πλειοψηφία των χρηστών πιστεύει ότι του παρέχουν μια δωρεάν δυνατότητα, ενώ στην πραγματικότητα είναι αντικείμενο κοροϊδίας και εκμετάλλευσης. Συνεπώς, ας συνειδητοποιήσουμε πως το facebook μας αποξενώνει και ενσωματώνει εκμετάλλευση. Είναι ένα φαραωνικό ψηφιακό έργο που κάθε μέρα οικοδομείται από την δικιά μας αόρατη εργασία. Ας αποκτήσουμε την επίγνωση και ας δούμε πως οι αγαπημένες ψηφιακές ασχολίες, αποτελούν πηγές πλουτισμού κάποιων που εκμεταλλεύονται ανθρώπους, που πατούν επί πτωμάτων, για να αποκτούν δύναμη και να μετασχηματίζουν τον κόσμο προς όφελός τους… Πάντα υπάρχουν μηχανισμοί υποδούλωσης και εκμετάλλευσης. Ωστόσο, πάντα υπάρχουν και αυτοί και αυτές που αντιστέκονται και επιχειρούν να τους φέρουν σε κρίση.
Πηγές:
Νίνος, Γ. (2013). Facebook, υποκείμενο και παγκόσμια μαζική κουλτούρα. Ταξικές Μηχανές.
Wu Ming. (2011). Ο φετιχισμός των ψηφιακών προϊόντων και η κρυμμένη εκμετάλλευση. Ανάκληση από Rebelnet.gr.
Από την ιστοσελίδα καθώς και από τις σελίδες του 14ου τεύχους του εντύπου Παροξυσμός
Το 1926 η κατακόρυφη άνοδος του συναλλάγματος, είχε άμεσες ευεργετικές επιπτώσεις στο καπνεμπόριο. Έτσι οι καπνεργάτες κινητοποιούνται και απαιτούν ανάλογη αύξηση στα πενιχρά τους μεροκάματα. Οι καπνέμποροι αρνούνται κατηγορηματικά και έτσι οι καπνεργάτες κήρυξαν απεργία το Σάββατο 31 Ιουλίου 1926.
Οι μέρες περνούσαν, οι δύο πλευρές έμεναν αμετακίνητες στις αρχικές θέσεις τους. Το Σωματείο, μετά από 8 ημέρες απεργίας χωρίς καμία πρόοδο στις διαπραγματεύσεις, βρέθηκε μπροστά σε δίλημμα: Αν συνέχιζε την απεργία, θα άρχιζε η διαρροή, αφού οι ανάγκες εκατοντάδων οικογενειών ήταν πιεστικές. Αν αποφάσιζε την μαχητική παρουσία με δυναμικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, η σύγκρουση με την Χωροφυλακή θα ήταν αναπόφευκτη.
Αποφασίζουν το δεύτερο και ζητούν άδεια για να συγκεντρωθούν οι απεργοί την Δευτέρα, 9 Αυγούστου, στην πλατεία της Αγοράς, (Πλατεία Στράτου, σημερινή Πλατεία Ειρήνης) εκεί όπου γίνονταν όλες οι πολιτικές εκδηλώσεις. Οι αρχές αρνούνται και τους χορηγούν άδεια για την συγκέντρωσή τους στο χώρο της Αγίας Σωτήρας (το σημερινό Πάρκο), που τότε θεωρούνταν εκτός της πόλης. Πράγματι από το πρωί της Κυριακής 8 Αυγούστου, οι απεργοί άρχισαν να συγκεντρώνονται στον χώρο της Αγίας Σωτήρας, με μαύρες σημαίες πάνω στις οποίες έγραφαν: «Δικαία απαίτησις, ή 100 δράμια ψωμί ή ένα χρόνο απεργία»
Γύρω στις 8 το πρωί είχαν συγκεντρωθεί γύρω στους 8000 απεργούς. Οι αρχές είχαν τοποθετήσει ισχυρή δύναμη Χωροφυλακής στην «καμπή» της οδού Αγρινίου-Αμφιλοχίας, καθώς και μία δύναμη Ευζώνων, που είχε έρθει από το Μεσολόγγι. Μετά από τους λόγους που εκφωνήθηκαν, η συγκέντρωση διαλύθηκε και οι απεργοί σκορπίστηκαν άλλοι προς τον προσφυγικό συνοικισμό Αγ. Κωνσταντίνου και άλλοι προς την πόλη. Η ομάδα που κατευθύνθηκε προς την πόλη, ήρθε αντιμέτωπη με τις δυνάμεις της Χωροφυλακής. Ο ταγματάρχης Ζαμπετάκης που ήταν επικεφαλής, τους προέτρεψε να κατέβουν προς την πόλη ανά δύο άτομα. Οι απεργοί διαβεβαίωσαν τον Ζαμπετάκη ότι η συγκέντρωσή τους είχε διαλυθεί, αλλά αρνήθηκαν να χωριστούν σε ομάδες των δύο.
Ακολουθεί συμπλοκή και η διαταγή του ταγματάρχη να πυροβολήσουν στον αέρα ήταν η αφορμή να επιτεθούν με πέτρες μερικές εργάτριες στην δύναμη της χωροφυλακής. Οι σφαίρες που μέχρι τότε έπεφταν στον αέρα, γύρισαν προς τους απεργούς. Μία σφαίρα βρίσκει στο κεφάλι τον νεαρό, σχεδόν παιδί, Θεμιστοκλή Καρανικόλα, που, σύμφωνα με μαρτυρίες, βρέθηκε τυχαία στο χώρο του επεισοδίου. Μία άλλη σφαίρα τραυματίζει θανάσιμα την έγκυο καπνεργάτρια Βασιλική Γεωργαντζέλη, που ξεψύχησε λίγο αργότερα. Ήταν 29 ετών και είχε ήδη δύο παιδιά, τον Γεράσιμο 9 ετών και την Παρασκευή 5 ετών. Ο εργάτης Δ. Τσαμπάς τραυματίζεται σοβαρά στο μπράτσο, που ακρωτηριάστηκε. Το νέο διαδίδεται στο Αγρίνιο γρήγορα και η κηδεία της Βασιλικής Γεωργαντζέλη και του Θεμιστοκλή Καρανικόλα, γίνεται στον Άγιο Δημήτριο παίρνοντας μορφή διαδήλωσης.
Σημείωση 1:
Η απεργία συνεχίστηκε για σαράντα μέρες ακόμη. Το Μάιο του ΄29 ξαναγίνονται μεγάλες κινητοποιήσεις καπνεργατών με αιτήματα σχετικά με το ταμείο ασφάλισης. Το Σεπτέμβριο του ΄29 ξεκινά απεργία, ενώ τον Οκτώβριο γίνονται αιματηρά επεισόδια. Η χωροφυλακή μπαίνει στην αυλή του κτιρίου όπου βρίσκονταν η εργατική λέσχη (πλ. Σουλίου) για να απαγορεύσει τη συνεδρίαση της διοίκησης του Σωματείου καπνεργατών. Στις συγκρούσεις που ακολούθησαν τραυματίζονται σοβαρά 2 χωροφύλακες από πυροβολισμούς (ο επικεφαλής χωροφυλακής Δημητρόπουλος) και τρεις καπνεργάτες ελαφρά. Ακολούθησαν συλλήψεις. Το σωματείο των καπνεργατών διασπάστηκε το 1930 με σχεδόν καθολική συμμετοχή.
Σημείωση 2:
Σύμφωνα με το βιβλίο του Γιάννη Καρύτσα «Ο σφαγιασμός των αρχειομαρξιστών της περιοχής Αγρινίου από τον ελληνικό σταλινισμό» (εκδόσεις Άρδην) στην κινητοποίηση του ’26 οι αρχειομαρξιστές βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή μαζί με άλλους εργάτες και εργάτριες. Μετά τον Αιματηρό Αύγουστο πολλοί αρχειομαρξιστές κυνηγήθηκαν από τις δυνάμεις καταστολής με συνέπεια να αναγκαστούν να καταφύγουν στην Αθήνα.
Από την ιστοσελίδα του Παροξυσμού
“I COME AND STAND AT EVERY DOOR”
Έρχομαι και στέκομαι έξω από κάθε πόρτα,
Αλλά κανείς δεν ακούει τα αθόρυβα βήματά μου,
Κτυπώ αλλά εξακολουθώ να είμαι αθώρητη,
Επειδή είμαι πεθαμένη, επειδή είμαι πεθαμένη.
Είμαι μόλις επτά χρονώ μολονότι έχω πεθάνει,
Στη Χιροσίμα εδώ και πολύ καιρό,
Είμαι και τώρα επτά χρονώ όπως και τότε,
επειδή τα παιδιά που πεθαίνουν, δεν μεγαλώνουν.
Τα μαλλιά μου καήκαν από ανεμοστρόβιλο φωτιάς,
Τα μάτια μου θαμπώσανε κι έχασα το φως,
Ο θάνατος ήρθε και μετάτρεψε τα κόκκαλα μου σε στάχτη,
Που σκορπίστηκε από τον αέρα.
Δεν χρειάζομαι φρούτα, δεν θέλω ρύζι,
Δεν έχω ανάγκη από γλυκά, ούτε κι από ψωμί,
Δεν ζητώ τίποτα για μένα,
Επειδή είμαι νεκρή, επειδή είμαι νεκρή.
Αυτό που ζητώ είναι για την ειρήνη,
Να πολεμήσετε σήμερα, να πολεμήσετε σήμερα,
Έτσι που τα παιδιά αυτού του κόσμου,
Να μπορούν να ζουν, να μεγαλώνουν, να γελούν και να παίζουν
Από την ιστοσελίδα του Παροξυσμού
Το ρεπορτάζ για το «Καρότο» έχει αρκετά αποσιωπητικά. Το «Τέρας» χαρακτηρίζεται από τους φιλόνομους πατριαρχικούς πολίτες με πολλές λέξεις που αρχίζουν από «ΠΟΥ» και «ΓΑ», οι οποίες στα ρεπορτάζ των ηλεκτρονικών μέσων λογοκρίνονται. Ολόκληρές, θα σκανδάλιζαν αυτούς που φτάνουν μέχρι και το τελευταίο σχόλιο για να διαβάσουν το σκάνδαλο. Όμως δεν είναι οξύμωρο το σχήμα: οι θεματοφύλακες της ηθικολογίας είναι πάντα πρόθυμοι να σκανδαλιστούν. Οι σεμνοί νοικοκυραίοι είναι αυτοί που διψούν για λεπτομέρειες με πολλά αποσιωπητικά… Έτσι αρκούνται στο «καρότο», παραλείποντας τα ευκόλως εννοούμενα.
Η ιδέα του κίτρινου τύπου δεν είναι ούτε εγχώρια, ούτε καινούρια. Στη χώρα γέννησης της, την Αγγλία, οι εφημερίδες σκανδαλοθηρικού περιεχομένου πουλάνε εκατομμύρια φύλλα κάθε πρωί. Εκεί, όπως και παντού, τις διαβάζουν όλοι. Είτε φευγαλέα, είτε σχολαστικά, μα πάντα μισοένοχα. Η υποκρισία έγκειται στο γεγονός πως οι περισσότεροι δεν ομολογούν τη ευχαρίστηση που τους δίνουν αυτά τα φύλλα. Δεν ομολογούν ούτε στο εαυτό τους ότι το μάτι τους ευφραίνεται από τους πηχυαίους τίτλους και τις μισοαποκαλυπτικές φωτογραφίες με τα πολλά τετραγωνάκια… Συνεπώς, τόσο στο έντυπο, όσο και στον ηλεκτρονικό τύπο, αυξάνεται η «κοινωνική» πίεση προς ρεπορτάζ με όλο και πιο ηδονοβλεπτικές αποκαλύψεις.
Όλα αυτά όμως φαίνονται περίεργα, μα όχι ασυνήθιστα. Γιατί η κοινωνία, αυτή η περιφραγμένη άγρια ζούγκλα, πάντα θα ψάχνει για το επικίνδυνο ή ανήθικο Άλλο. Στην συγκεκριμένη υπόθεση έχει βρει την υλική του αναπαράσταση, προς μεγάλη ευχαρίστηση όλου του φασιστικού σιναφιού. Και η μεγάλη σιδερόφρακτη σφραγίδα του καθωσπρεπισμού είναι έτοιμη να σφραγίσει λιώνοντας κάθε «ανώμαλή» προσωπικότητα… Άλλωστε, ο κίτρινος τύπος και οι διαδικτυακές του προεκτάσεις ή υποκατάστατά του, δεν απευθύνονται ούτε σε αναγνώστες, ούτε σε σκεπτόμενους. Απευθύνονται σε θεατές πανέτοιμους να φοβηθούν. Πανέτοιμους να αλληλοσπαραχθούν. Ανθρώπους που έχουν εκπαιδευτεί να βιώνουν ενοχικά όλοι το ίδιο πράγμα, μα ο καθένας μόνος του. Και τα εμπορεύματα συνεχίζουν να ρέουν…
Αγρίνιο, 19/06/14
Από την ιστοσελίδα του εντύπου «Παροξυσμός»
Οι Ρωμαίοι έτρεφαν μεγάλη αγάπη για το απάνθρωπο και αιματοβαμμένο άθλημα των μονομαχιών στις αρένες της αρχαίας Ρώμης. Εκεί πραγματοποιούνταν μονομαχίες μεταξύ ζώων και μονομάχων ή μόνο μεταξύ μονομάχων. Οι μονομάχοι ήταν αιχμάλωτοι ή σκλάβοι. Ο Σπάρτακος δεν γεννήθηκε σε καθεστώς δουλείας: ήταν ένας ελεύθερος άνθρωπος από τη Θράκη, λιποτάκτης από τον ρωμαϊκό στρατό. Πουλήθηκε ως σκλάβος και έγινε ένας αθλητής που διέπρεψε στις ρωμαϊκές αρένες. Κατάφερε όμως να συνωμοτήσει με άλλους 70-80 μονομάχους που τελικά έγιναν αρκετές χιλιάδες. Κάποιο πρωί οι ρωμαίοι είδαν τους μονομάχους να τους κοιτούν με υψωμένες τις λόγχες. Εκείνες τις μέρες οι σκλάβοι αντιμετώπισαν τις ρωμαϊκές λεγεώνες, επιστρέφοντας ένα μέρος από την βία που δέχονταν μετά από τόσα χρόνια υποδούλωσης. Οι εξεγερμένοι μονομάχοι μετά από αρκετό καιρό σφαγιάστηκαν. Κατάφεραν όμως να ζήσουν δύο χιλιετίες, ως σύμβολο των ανθρώπων που δεν σκύβουν το κεφάλι σε καμιά εξουσία και υποδούλωση.
Η Μίλντρεντ Ντίντρικσον («Μπέιμπ») γεννήθηκε το 1911 στο Τέξας και διέπρεψε σε αναρίθμητα αθλήματα. Στίβος, γκολφ, τένις, μπάσκετ, κολύμπι, μπιλιάρδο, μπόουλινγκ… Ένας δημοσιογράφος της εποχής την είχε ρωτήσει αν υπάρχει κάποιο παιχνίδι που να μην είχε παίξει. «Οι κούκλες» ήταν η απάντηση, δηλωτική του πνεύματος της. Η καθημερινότητά της Μπέιμπ ήταν μια μόνιμη σύγκρουση με τα κοινωνικά στερεότυπα περί θηλυκότητας. Μια σύγκρουση με τις έμφυλες διακρίσεις. Μια πρόταση για την γυναικεία χειραφέτηση. Το παρατσούκλι της δεν ήταν παρά ένα οξύμωρο σχήμα.
Ο Τζέιμς Όουενς γεννήθηκε το 1913 και ήταν το έβδομο από τα έντεκα αδέρφια της οικογένειάς του. Ήταν ένας μαύρος, γεννημένος στην Αλαμπάμα των ΗΠΑ και οι παππούδες του ήταν σκλάβοι. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1936, κέρδισε 4 χρυσά ολυμπιακά μετάλλια στο τρέξιμο και στο άλμα εις μήκος, προκαλώντας την οργή του Χίτλερ. Έμπρακτα ακύρωσε τις φυλετικές θεωρίες του Γ’ Ράιχ. Πολλοί γιόρτασαν με αυτήν την νίκη. Όταν ο Όουενς επέστρεψε στην χώρα του, δεν δέχτηκε καμία τιμητική διάκριση. Επέστρεψε στην προηγούμενη ζωή του: έμπαινε στα λεωφορεία από την πίσω πόρτα, έτρωγε σε εστιατόρια για μαύρους, χρησιμοποιούσε τουαλέτες για μαύρους, έμενε σε ξενοδοχεία για μαύρους.
Ο γίγαντας του Μποξ δεν πάλεψε λυσσαλέα μόνο μέσα στο ρινγκ. Ο Μοχάμεντ Άλι έδωσε μάχες και έξω από αυτό, μεταφέροντας τους αγώνες μέσα στην κοινωνία. Αγάπησε από μικρός το μποξ. Ο ρατσισμός και οι φυλετικές διακρίσεις στον αμερικανικό νότο που γεννήθηκε τον οδήγησαν στην πυγμαχία για να καταφέρει να επιβιώσει απέναντι στην βία του δρόμου. Βιώνοντας τον ρατσισμό και την προκατάληψη, αρνήθηκε να πάρει μέρος στον Πόλεμο του Βιετνάμ. «Κανένας Βιετκόνγκ δεν με έχει αποκαλέσει αράπη» θα πει εμφατικά στα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης το 1967. Έτσι τον αποκάλεσαν προδότη της παρτίδας, του αφαίρεσαν τον τίτλο του παγκόσμιο πρωταθλητή. Του απαγόρευσαν να συνεχίσει το μποξ. Όσο το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ τον έσερνε σε δίκη για την άρνηση στράτευσης, κάποιοι νέοι που τον συμπαραστέκονταν του ζήτησαν να απαγγείλει κάτι. «Me, we». Εγώ, εμείς.
1968. Η χρονιά των εξεγέρσεων και των κινημάτων αμφισβήτησης. Στο ολυμπιακό στάδιο της Πόλης του Μεξικό στο βάθρο ανεβαίνουν ξυπόλυτοι, δυο αμερικανοί μαύροι αθλητές, ο Τομι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος, στην πρώτη και τρίτη θέση αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια ανάκρουσης του εθνικού αμερικανικού ύμνου, οι δυο αθλητές σκύβουν το κεφάλι και υψώνουν τη σφιγμένη γροθιά τους, μέσα σε μαύρα γάντια. Είναι ο χαιρετισμός του επαναστατικού κινήματος των Μαύρων Πανθήρων… Καταγγέλλουν σε ολόκληρο τον κόσμο τον ρατσισμό των Η.Π.Α. Η Αμερική στιγματίζεται. Τους διώχνουν αμέσως από το ολυμπιακό χωρίο. Τους απαγορεύεται να λάβουν ξανά μέρος σε αθλητική συνάντηση. Επιστρέφοντας στην χώρα τους δεν τους δίνει κανείς δουλεία. Η γροθιά τους, όμως, παραμένει υψωμένη.
Δείτε περισσότερα στην ιστοσελίδα του εντύπου Παροξυσμός
Occupy Wall Street και το κίνημα των «Αγανακτισμένων».
Μετά τη λεγόμενη «φούσκα των ακινήτων» και την κατάρρευση μεγάλων τραπεζικών ομίλων, εκατομμύρια πολίτες στις ΗΠΑ είδαν το βιοτικό τους επίπεδο να πέφτει κατακόρυφα, έχασαν τα σπίτια και τις δουλειές τους και στερήθηκαν την πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Έτσι αρχές φθινοπώρου του 2011 χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωναν καθημερινά με ειρηνικό τρόπο ενάντια στην φτώχεια, την ανεργία και τα μέτρα λιτότητας. Εκεί, λοιπόν, ξεκίνησε το κίνημα Occupy Wall Street. Το κεντρικό τους σύνθημα «Είμαστε το 99 τοις εκατό», αποτελεί αναφορά στο 1% των πλουσιότερων Αμερικανών που κατέχει το 40% του εθνικού πλούτου των ΗΠΑ. Το κίνημα Occupy Wall Street μοιάζει με το κίνημα των «Αγανακτισμένων» στον ελλαδικό χώρο, όπου χιλιάδες άνθρωποι άρχισαν να βγαίνουν στις πλατείες τον Μάιο του 2011, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουν διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά και σημεία αναφοράς.
Η αποδοχή του καπιταλισμού ως μοναδικού τρόπου οργάνωσης από κομμάτι της εργατικής τάξης.
«Είμαστε το 99%». Είναι το κεντρικό και ίσως το πιο «πιασάρικο» σύνθημα του κινήματος του Occupy Wall Street. Κατά πόσο, όμως, αυτό το «99%» έχει κοινές επιδιώξεις; Σίγουρα έχει πολύ λιγότερες από το υπόλοιπο «1%» που ξέρει ακριβώς τι θέλει και πως να το πάρει, δηλαδή να αντλήσει -με την βία- όσο δυνατόν περισσότερο κέρδος μέσα από την εκμετάλλευση της εργασίας μας. Όμως, η πλειοψηφία του Occupy, όπως και το κίνημα των «Αγανακτισμένων» διαδήλωναν ειρηνικά κατά της κρίσης. Ωστόσο αυτό αρκεί; Και κατά πόσο αυτό είναι «πιασάρικο» για την οργάνωση και την όξυνση των κοινωνικών –ταξικών αγώνων;
Κάθε επίκληση στην δημοκρατία είναι παντελώς ανώφελη γιατί αυτές τις μέρες το κεφάλαιο δεν έχει την πολυτέλεια να μοιράζει ψίχουλα στις «λαϊκές μάζες». Από αυτήν την άποψη, δεν είχε άδικο η Μάργκαρετ Θάτσερ όταν δήλωνε ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική», φυσικά για τον καπιταλισμό. Για εμάς τους «από τα κάτω», η «εναλλακτική» ή πιο απλά η ελπίδα, βρίσκεται μέσα στις σχέσεις που προκύπτουν ανάμεσά μας, όταν αυτές δε διαποτίζονται από την εξουσία και δεν διαμεσαλαβούνται από το χρήμα. Οι σχέσεις, λοιπόν, είναι το ζητούμενο. Οι σχέσεις, οι ιδέες που τις προτάσσουν και οι δομές που τις στηρίζουν. Θα μας έφτανε να φύγει το «1%» που απαιτεί το κίνημα Occupy, ή τα «λαμόγια οι πολιτικοί» που σιχτιρίζουν οι αγανακτισμένοι; Και αν έφευγαν μετά τί; Θα ήμασταν ευτυχισμένοι; Αν αύριο, για κάποιο λόγο, κατέρρεε ο καπιταλισμός μήπως τότε θα επικρατούσε μια αγριότητα διαφορετικής μορφής; Η διαδικτυακή κομμουνιστική επιθεώρηση InsurgentNotes.com αναφέρει για το Occupy:
«Έτσι ανάμεσα στους μυριάδες στόχους που προσέλκυσαν τα πυρά του κινήματος, ο “καπιταλισμός” ήταν σαν ένα ακόμη αντικείμενο στη λίστα με τα ψώνια του σούπερ-μάρκετ. Η ελάχιστη κατανόηση του τι είναι καπιταλισμός (και τι θα σήμαινε η πραγματική κατάργησή του) οδήγησε σε μια πληθώρα λαϊκίστικων συνθημάτων από το “καταργήστε το κρατικό τραπεζικό σύστημα” μέχρι το “φορολογήστε τους πλούσιους”».
Το ζήτημα λοιπόν είναι: ποιοί και ποιές είμαστε, τι θέλουμε και τι δεν θέλουμε.
* [ Παρακάτω, όταν αναφερόμαστε στην «εργατική τάξη» εννοούμε τους διανοητικούς και χειρονακτικούς εργάτες, του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, τους ανέργους, τους πρώην εργάτες (συνταξιούχους), τις άμισθες εργάτριες (νοικοκυρές), τους μελλοντικούς εργάτες (μαθητές, φοιτητές) και τους εργάτες της γης.]
Πόσοι και πόσες από το σύνολο της εργατικής τάξης δεν κάθονται κάθε μέρα με τις ώρες μπροστά στον υπολογιστή ή την τηλεόραση, δεν κατηγορούν τους ρομά ότι υποβαθμίζουν τον τόπο, δεν βρίζουν τους μετανάστες και τους προτρέπουν να γυρίσουν «από κει που ήρθαν», δεν πάνε εκκλησία κάθε Κυριακή με τα καλά τους, δεν δίνουν αποβολές στους μαθητές τους, δεν εκμεταλλεύονται τους συναδέλφους τους, δεν ξυλοφορτώνουν την γυναίκα τους, δεν είναι θαμώνες σε κωλόμπαρα και μπουρδέλα;
Δεν αρκεί μόνο να ξεσηκωθεί ο κόσμος, να διαμαρτυρηθεί αλλά να ανοίξει τα μάτια του και να δει κατάματα την πραγματικότητα του, να εξεγερθεί και να ανυψωθεί η συνειδητότητά του. Ο κόσμος πάντα αντιδρά. Ωστόσο, σημασία έχει ο δρόμος που επιλέγει ο καθένας και η καθεμία να διαβεί. Θα γίνει μέλος κάποιας επιτροπής κατοίκων που θα διώχνει τους μετανάστες από την γειτονία του; Θα πουλάει πρέζα και θα εκπορνεύει την κόρη του; Θα γίνει μέλος κάποιου κόμματος και θα εναποθέσει εκεί όλες του τις ελπίδες; Θα συμμετέχει σε λαϊκιστικά και φασιστικά κινήματα; Ή μήπως περιμένουμε πως όλοι θα συνεισφέρουμε στην οικοδόμηση μιας ειρηνικής και ελεύθερης κοινωνίας;
Η βάση των κοινωνικών σχέσεων μέσα στον καπιταλισμό είναι τέτοια που κλείνει τα ματιά στους ανθρώπους μπροστά στην ίδια την πραγματικότητα. Όσο και αν το ψάξει κανείς θεωρητικά, αυτή η αποδοχή του καπιταλισμού από μεγάλο κομμάτι του κόσμου της εργασίας, δεν μπορεί παρά να οφείλεται σε μεγάλο μέρος στην δύναμη της συνήθειας. Μια συνήθεια που ωθεί μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης, όχι μόνο να υποτάσσεται στον υπάρχον σύστημα. αλλά και να το αναπαράγει. Μία συνήθεια, ένας σιωπηλός καταναγκασμός, που προκύπτει από την αποξένωση, το φετιχισμό του εμπορεύματος και το διαμεσολαβητικό ρόλο του κράτους. Ας τα δούμε λίγο πιο αναλυτικά.
Αποξένωση και φετιχισμός του εμπορεύματος.
Η αποξένωση (ή αλλιώς αλλοτρίωση) έχει στον πυρήνα της έννοιας της την λέξη «απομάκρυνση». Όταν γίνεται λόγος για αποξένωση, αυτό σημαίνει πως κάτι που μας ανήκει μετατρέπεται σε κάτι ξένο, αλλότριο και εχθρικό προς εμάς. Για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε κάτι ξένο και εχθρικό προς εμάς, σημαίνει πως πάνω στην πράξη της παραγωγής είμαστε αποξενωμένοι από τον ίδιο μας τον εαυτό. Με λίγα λόγια ως εργάτες, χειρονακτικοί ή διανοητικοί, είμαστε αποξενωμένοι από τα μέσα παραγωγής, από τα προϊόντα που παράγουμε ή τις υπηρεσίες που παρέχουμε, από την εργασία την ίδια. Η αποξένωση μας από την ίδια μας την δραστηριότητα, είναι αποξένωση από τον ίδιο μας τον εαυτό: οι ίδιοι παράγουμε ενεργά την αποξένωση από τον εαυτό μας. Τελικά η αποξένωση είναι η παραγωγή του σακατέματός μας, η στέρηση από τον εαυτό μας της ίδια μας της ανθρωπιάς: ο καθένας μας αποξενώνεται από τους άλλους και όλοι είμαστε αποξενωμένοι από την ίδια την ανθρώπινη ουσία.
Την παραπάνω έννοια της αποξένωσης μπορούμε να την συναντήσουμε σε όλες τις ανελεύθερες περιόδους της ανθρωπότητας. Στον καπιταλισμό, με την εμπορευματική παραγωγή, η έννοια της αποξένωσης διευρύνεται: εδώ τα εμπορεύματα επισκιάζουν τις σχέσεις μας, κυριαρχούν σε αυτές και τελικά τα εμπορεύματα (τα πράγματα) κυριαρχούν πάνω μας και εμείς υποτασσόμαστε σε αυτά. Αποτέλεσμα; Αντιλαμβανόμαστε την ύπαρξη μας από τη σκοπιά του εμπορεύματος (πραγμοποίηση). Κάποια στιγμή τα εμπορεύματα αποκτούν την δική τους ζωή, αποκτούν χαρακτηριστικά που δεν οφείλονται σε αυτά τα ίδια, κάτι που μας κάνει να τα λατρεύουμε. Και αυτό ισχύει για το σύνολο των πραγμάτων από την στιγμή που αποκτούν την ιδιότητα του εμπορεύματος. Μόλις κάποιο αντικείμενο προσλάβει τον χαρακτήρα του εμπορεύματος «γεννοβόλα φαντασιοπληξίες, πιο θαυμαστές ακόμα και αν άρχιζε να χορεύει στα καλά καθούμενα». Αυτή η ιδιότητα, εκφράζει τον φετιχισμό των εμπορευμάτων, δηλαδή να αντιμετωπίζουμε αυτό που «φαίνεται» και όχι την «ουσία». Ο φετιχισμός δεν περιορίζεται μόνο στην παραγωγή αλλά επεκτείνεται ίσως ακόμα με μεγαλύτερη ένταση και στο πεδίο της κατανάλωσης με την μορφή της λατρείας στα καταναλωτικά αγαθά. Άλλωστε, αυτή η κυριαρχία του «Φαίνεσθαι» απέναντι στο «Είναι», που χαρακτηρίζει της καπιταλιστικές κοινωνίες, αποτελεί συνέπεια αυτής τη λατρείας.
Όλα τα παραπάνω σηματοδοτούν την στρέβλωση της πραγματικότητας, την απόκρυψη του πραγματικού της χαρακτήρα και οδηγούν στην απανθρωποποίηση το σύνολο της κοινωνίας, πλήττοντας και το 1% και το 99%, με την εργατική τάξη να βρίσκεται στην –ας πούμε- «προνομιούχα» θέση να μπορεί να αντιληφτεί αυτού του είδους την αποξένωση σαν καθημερινή δυστυχία ή μιζέρια, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι συλλαμβάνει άμεσα και αυθόρμητα την αποξένωση. Η πώληση της εργατικής δύναμης σαν εμπόρευμα, η καταναγκαστική εργασία, η άμισθη εργασία, η σύγχρονη δουλεία, η ένταξη στο αυστηρό καταμερισμό εργασίας, γενικότερα η σπατάλη της ζωής για την επιβίωση, και όλες οι λειτουργίες της καθημερινής ζωής που εντάσσονται στο καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, βιώνονται σαν φυσικά φαινόμενα, σαν λογικά γεγονότα, δίχως να γίνεται αισθητή η απουσία της «ουσίας του ανθρώπου».
Παράλληλα, όλες οι ψευδαισθήσεις και τα «θαύματα» των ειδώλων των εμπορευμάτων, οδηγεί τους εκμεταλλευόμενους να απομαγευτούν από μαγεία του φυσικού και ζωικού βασιλείου και στη συνέχεια να μαγευτούν από τον φανταχτερό κόσμο των εμπορευμάτων. Ας δούμε, για παράδειγμα, πως τα tablets και οι λειτουργίες τους μαγεύουν τους χρήστες τους και πως τους αποκόβουν από το περιβάλλον στο οποίο βρίσκονται. Η απόδοση στα εμπορεύματα μιας αυθύπαρκτης αξίας που δεν συνδέεται με την ανθρώπινη εργασία (πχ που, πως και ποιοι έφτιαξαν τα tablets), έχει ως συνέπεια να κρύβεται ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας των καπιταλιστικών σχέσεων και συνεπώς να μην διαφαίνεται ως λύση η προοπτική της ανατροπής τους. Έτσι λοιπόν είμαστε εδώ, ο καθένας χώρια και απομακρυσμένος από τον ίδιο του τον εαυτό, με τα εμπορεύματα να μεσολαβούν ανάμεσα μας και τον καπιταλισμό να μας κάνει κουμάντο.
Ο διαμεσολαβητικός ρόλος του κράτους.
Οι κοινωνικές σχέσεις μεσολαβούνται από το κράτος, που έρχεται να επικυρώσει την κυριαρχία του κεφαλαίου στις ζωές μας. Μέσα στη στρέβλωση και τον κατακερματισμό που επικρατεί στην κοινωνία, το κράτος παρουσιάζεται σαν ένα ενοποιητικό στοιχείο απέναντι σε μια κοινωνία απομονωμένων ατόμων, μοναδικού εγγυητή της κοινωνικής ειρήνης. Στη συνείδηση της κοινωνίας μόνο το κράτος μπορεί να ασκήσει ορισμένες λειτουργίες αναγκαίες για την ύπαρξη της κοινωνικής ζωής. Το κράτος είναι ταξικό όργανο, άλλα παρουσιάζεται σαν δήθεν ουδέτερο στοιχείο, αποκρύπτοντας την πραγματική του υπηρεσία: την διασφάλιση της κυριαρχίας του κεφαλαίου και των εκφραστών του πάνω στις ζωές μας. Και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα σε περιόδους κρίσης, σαν κι αυτή που διανύουμε. Όταν το κεφάλαιο κινδυνεύει το κράτος, αποσύρεται από τις κοινωνικές του λειτουργίες, συρρικνώνει τις κοινωνικές παροχές και το κενό που ανοίγεται έρχεται να το καλύψει το κεφάλαιο με τις ιδιωτικές πρωτοβουλίες. Όσο για το εκλογικό δικαίωμα, διαμορφώνει μια ψευδαίσθηση ισότητας και ελευθερίας, που συσκοτίζει τον ταξικό του χαρακτήρα.
Το Κράτος λοιπόν, δεν βρίσκεται κάπου μακριά και αόριστα, δεν είναι ένας σκοτεινός καλά φυλασσόμενος πύργος σε ένα βουνό, που μια Μεγάλη Νύχτα μπορούμε εύκολα να το γκρεμίσουμε. Όχι, το Κράτος βρίσκεται συνέχεια δίπλα μας, μας ακολουθεί σε κάθε δραστηριότητα, μεσολαβεί στις κοινωνικές σχέσεις. Από την στιγμή που γεννιόμαστε, δηλωνόμαστε στο Ληξιαρχείο και εκεί μπαίνει η σφραγίδα του κράτους πάνω μας. Για να αναγνωριστεί η σχέση δυο ανθρώπων θα πρέπει να μπει η σφραγίδα του κράτους μέσω της διαδικασίας του γάμου. Μεταξύ εργαζόμενου και αφεντικού, μπαίνει η σφραγίδα του κράτους όπου και επισημοποιεί την εκμετάλλευση. Μεταξύ εμπόρου και αγοραστή υπάρχει η σφραγίδα του κράτους. Το ίδιο και μεταξύ δασκάλου και μαθητή, γονέα και παιδιού, αγρότη και γης, οδηγού και αυτοκίνητου, υπαλλήλου και μισθού, γείτονα και γειτόνισσας, κατοίκου και σπιτιού…. Και όμως αυτό που προσδιορίζει τις κοινωνικές σχέσεις κρύβεται πίσω από το κράτος: είναι η υποταγή της κάθε μας δραστηριότητας στις επιταγές των εμπορευμάτων και ότι σε ότι συσχετίζεται με αυτά (άξια, χρήμα, κέρδος, εκμετάλλευση). Και έτσι το θέμα ξαναπάει στις σχέσεις…
Οι σχέσεις κοινωνικής συνεργασίας και η αλληλεγγύη ως βάση της επανάστασης.
Στην αρχή του κειμένου φέραμε ως παράδειγμα το κίνημα Occupy, το οποίο πάρα τις αδυναμίες και τις αντιφάσεις του που αναφέραμε, ανέδειξε και κάτι άλλο: μια δημιουργικότητα σε σχέση με την οικοδόμηση νέων κοινωνικών σχέσεων και νέων περιεχομένων. Σε αντιστοιχία στον ελλαδικό χώρο, μετά το κίνημα των πλατειών, κάποιοι αγώνες άνοιξαν κοινωνικά με τις συνελεύσεις γειτονιών και τις πρωτοβουλίες κατοίκων σε πολλές πόλεις, δίνοντας δυνατότητες νέων ανοιχτών τρόπων οργάνωσης και την ύφανση νέων κοινωνικών σχέσεων. Και πόσα ακόμα θα μπορούσαν να ειπωθούν διεθνώς για την Αραβική Άνοιξη, τους σκληρούς εργατικούς αγώνες στην Ασία, τα φοιτητικά κινήματα στη Χιλή, τον Καναδά, τις ταραχές στην Ισπανία και τη Μ. Βρετανία.
Η ζωή πέρα (ή ενάντια) από τον καπιταλισμό φυτρώνει όταν το χρήμα, αυτό το απόλυτο εμπόρευμα των εμπορευμάτων, παραμερίζεται για να μιλήσει η κοινότητα. Και όχι κάπου ξεκομμένα, αλλά μέσα από την εμπειρία του κοινού αγώνα, στην ανάπτυξη ανθρώπινων σχέσεων που διαφέρουν ποιοτικά από τις κοινωνικές σχέσεις μέσα στο καπιταλισμό. Καθημερινά υπάρχουν ενδείξεις, ότι για όσους και όσες συμμετέχουν σε κοινωνικούς αγώνες, το πιο σημαντικό αποτέλεσμα του αγώνα δεν είναι η ικανοποίηση των άμεσων αιτημάτων, αλλά η ανάπτυξη μιας κοινότητας που χαρακτηρίζεται από την αντίθεσή της στις καθημερινές καπιταλιστικές μορφές κοινωνικών σχέσεων.
Ο καπιταλισμός δεν επιφέρει μόνο φυσική εξαθλίωση στους ανθρώπους, αλλά, επιπλέον βάζει τα εμπορεύματα –τα πράγματα- πιο ψηλά από τον άνθρωπο, διαλύοντας τις κοινωνικές σχέσεις και ενσωματώνοντας την εργατική τάξη. Αν αυτό όμως το κατάφερνε ολοκληρωτικά δεν θα βρίσκονταν τώρα σε κρίση. Συνεπώς κάτι ενυπάρχει μέσα στην καπιταλιστική μηχανή που την μπλοκάρει. Υπάρχει και μια βάση για μια διαφορετική μορφή κοινωνικής οργάνωσης, η οποία δεν στηρίζεται στον καπιταλισμό, αλλά στη κοινωνική συνεργασία, την κοινοκτημοσύνη, την αλληλεγγύη, την αλληλοβοήθεια… Αυτή η βάση ακολουθεί την ανθρωπότητα σε όλα τα στάδια της εξέλιξης της. Είναι πανταχού παρούσα -άλλοτε ισχυρή και άλλοτε αδύναμη- και είναι αυτή που έρχεται σε αντίθεση με την καπιταλιστική μορφή οργάνωσης. Είναι αυτές οι κρυμμένες, αφανείς υλικές συνθήκες μέσα από τις οποίες μπορούμε να σπάσουμε τις καπιταλιστικές σχέσεις και να πάρει σάρκα και οστά η αταξική κοινωνία, χωρίς να στηριζόμαστε στην κατάληψη κανενός κράτους ή καμίας εξουσίας. Διότι
«αν στην κοινωνία έτσι όπως είναι σήμερα δεν βρίσκαμε κρυμμένους τους υλικούς όρους παραγωγής και τις αντίστοιχες ανταλλακτικές σχέσεις που αποτελούν την προϋπόθεση για μια αταξική κοινωνία, τότε όλες οι απόπειρες για ανατροπή θα ήταν δονκιχωτισμός» (Μαρξ, Κ. 1858. Grundrisse. Στοχαστής. T. Ά.Σελ.111).
Οι σχέσεις κοινωνικής συνεργασίας, οι δομές αλληλοβοήθειας και αλληλεγγύης που αυτές παράγουν, μεταφέρουν την επανάσταση από ένα απροσδιόριστο μέλλον στο εδώ και τώρα. Η σημερινή συγκύρια της κρίσης αποτελεί μια πρόκληση για την κοινωνική χειραφέτηση και μια καλή ευκαιρία για να αναδυθούν κοινωνικές σχέσεις σε μια διαφορετική βάση χωρίς εξουσία και χρήμα. Με τις ενεργές και αποφασιστικές κοινότητες αγώνα να διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο προς αυτήν την κατεύθυνση.
Μέσα στην καπιταλιστική βαρβαρότητα που επεκτείνεται και βαθαίνει να ανοίξουμε τον δρόμο για μια αταξική κοινωνία ελευθερίας, ισότητας, αλληλοβοήθειας και κοινοκτημοσύνης.
Να ανοίξουμε τον δρόμο μέχρι τον κομμουνισμό και την αναρχία.
Από το 14ο τεύχος του εντύπου δρόμου Παροξυσμός
Κείμενο από τους φυλακισμένους Τάσο Θεοφίλου, Ράμι Συριανό και Σπύρο Στρατούλη. Σχετικά με την επικείμενη αναδιάρθρωση – ιδιωτικοποίηση των ελληνικών φυλάκων.
1.
Μετά την παραβίαση της ολιγοήμερης άδειας από τον Χριστόδουλο Ξηρό, κυβέρνηση και μίντια θεώρησαν ότι δημιουργήθηκε το έδαφος για μια έκρηξη κατασταλτικής θηριωδίας. Καθώς ο Χριστόδουλος Ξηρός συγκεντρώνει τόσο την ιδιότητα του “τρομοκράτη” όσο και του δραπέτη, η κυβέρνηση άνοιξε δύο ζητήματα της ατζέντας της. Από την μια η αντι-αναρχική σταυροφορία με εισβολές σε δεκάδες σπίτια, συλλήψεις και επικηρύξεις συντρόφων με απώτερο στόχο την εμπέδωση του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, την εξοικείωση με την εντεινόμενη επιτήρηση και την εσωτερίκευση του φόβου εντός του αναρχικού χώρου. Από την άλλη επαναφέρει το ζήτημα της αναδιάρθρωσης στις ελληνικές φυλακές ή αλλιώς την ιδιωτικοποίησή τους.
Όπως και μετά την μαζική απόδραση των 11 από τις φυλακές Τρικάλων, τα ακροδεξιά σιαμαία Αθανασίου- Δένδιας, δεν έχασαν την ευκαιρία να εξαγγείλουν τη δημιουργία φυλακής υπέρ-υψίστης ασφαλείας που θα στεγάσει πολιτικούς κρατούμενους, στελέχη του λεγόμενου οργανωμένου εγκλήματος και απείθαρχους φυλακισμένους, λειτουργώντας με ειδικό σωφρονιστικό κώδικα. Ένα σωφρονιστικό τρομονόμο δηλαδή που θα παραχωρεί μέρος του έλεγχου των κρατουμένων στην αστυνομία, η επικοινωνία με τον έξω κόσμο θα “περιορίζεται” (αν δε θα καταργείται), η αλληλογραφία θα ελέγχεται και οι άδειες θα κόβονται.
Η ιδιότητα του φυλακισμένου από μόνη της εντάσσει τον άνθρωπο σε ένα καθεστώς εξαίρεσης, αφού τον απογυμνώνει από βασικά δικαιώματα που στην αστική δημοκρατία θεωρούνται δεδομένα. Οι ειδικές αυτές ρυθμίσεις έρχονται να επιδεινώσουν ακόμη περισσότερο τη θέση του και να τον υποβιβάσουν από μια κατάσταση του “εκτός χώρου και χρόνου”, που ουσιαστικά βρίσκεται, σε μια κατάσταση σχεδόν ανυπαρξίας. Η κατάσταση εξαίρεσης γενικεύεται και η εξουσία δείχνει να χρειάζεται τη δημιουργία εξαιρέσεων επί της εξαίρεσης.
Τους τελευταίους μήνες μίντια και κυβέρνηση δε χάνουν καμιά ευκαιρία για να επιβάλλουν την ατζέντα τους σε σχέση με την αναδιάρθρωση της ποινικής καταστολής γενικά και του τιμωριτικού συστήματος ειδικά. Μια αναδιάρθρωση που επιδιώκει τόσο την σκλήρυνση της επιτήρησης και της καταστολής όσο και την ιδιωτικοποίηση τους. Ως εκ τούτου θα ήταν αφελής κανείς να πιστεύει ότι όλη αυτή η μιντιακή εκστρατεία λάσπης κατά κρατούμενων ήταν απόρροια της απόδρασης Ξηρού και όχι ένα σχέδιο που τέθηκε σε εφαρμογή με αφορμή αυτό το γεγονός, επειδή πολύ απλά η ιδιωτικοποίηση των ελληνικών φυλακών προβλέπεται από το μνημόνιο.
Τα τελευταία χρόνια η ποινική καταστολή γενικά και η φυλακή ειδικά επεκτείνουν και βαθαίνουν τον ρόλο τους. Το σημαντικότερο πρώτο βήμα έγινε με το άρθρο 187 περί εγκληματικών οργανώσεων, το οποίο δεν στοχεύει στο λεγόμενο οργανωμένο έγκλημα, αλλά στο μεγαλύτερο ποσοστό των παραβατών διογκώνοντας τις ποινές, μετατρέποντας πλημμελήματα σε κακουργήματα, καταργώντας τους ενόρκους και διευρύνοντας την έννοια τόσο του “στοιχείου” όσο και του αδικήματος, κρατώντας σε δικαστική ομηρία εκατοντάδες φυλακισμένους.
Η ποινική καταστολή συγχρόνως διευρύνει την κοινωνική στόχευση συμπεριλαμβάνοντας στην ποινική διαχείριση κομμάτια της έκπτωτης μεσαίας τάξης, δηλαδή την μικροπαραβατικότητα του λευκού κολάρου και του χρεοφειλέτες. Επιπλέον γίνεται και ένα εργαλείο για το ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ κεφαλαιοκρατών, στις συνθήκες γενικευμένου κανιβαλισμού που επιβάλλει η συστημική κρίση και η αναδιάρθρωση της εγχώριας αστικής τάξης.
Όσο η ποινική καταστολή διευρύνεται απευθυνόμενη σε μια μεγαλύτερη κοινωνική γκάμα προκύπτει και η ανάγκη της ταξικής διαβάθμισής της φυλακής. Από τα κέντρα κράτησης μεταναστών που στοιβάζουν κάτι “εξωτικά όντα” που οριακά πλέον μπορεί να διεκδικούν την ιδιότητα του ανθρώπου, καθώς στερούμενα τα απαραίτητα νομιμοποιητικά έγγραφα η ίδια η ύπαρξή τους θεωρείται αδίκημα, μέχρι την προσαρμογή των αγροτικών φυλακών με τρόπο τέτοιο ώστε να στεγάσουν οικονομικούς παραβάτες και χρεοφειλέτες, μικρούς και μεγάλους Τσοχατζόπουλους. Από τα βραχιολάκια- GPS και την κοινωφελή άμισθη εργασία για τα πταίσματα και τα πλημμελήματα, μέχρι και τις φυλακές υπέρ-υψίστης ασφαλείας για πολιτικούς κρατούμενους, στελέχη του λεγόμενου οργανωμένου εγκλήματος και απείθαρχους φυλακισμένους.
Η ποινική καταστολή και ο θεσμός της φυλακής προσαρμόζονται στις συνθήκες της γενικευμένης συστημικής κρίσης. Οι βλοσυρές δηλώσεις των αυτοκόλλητων ακροδεξιών Αθανασίου- Δένδια μας προϊδεάζουν για τη σημασία και τους σκοπούς της επικείμενης αναδιάρθρωσης σε αυτόν τον τομέα στην Ελλάδα. Αναδιάρθρωσή με πρόσχημα την “εύρυθμη λειτουργία”, όπως συμβαίνει σε κάθε δημόσιο τομέα που μπαίνει στο στόχαστρο της ιδιωτικοποίησης. Το ελληνικό κράτος δείχνει με κάθε αφορμή τη διάθεση του να πετύχει τη μετατροπή της ποινικής καταστολής σε πεδίο ιδιωτικού κέρδους. Από τη μια ευελπιστεί ότι η αυστηροποίηση θα κάνει τη καταστολή ένα αποτελεσματικό εργαλείο που θα συσπειρώσει γύρω από τα ιδεολογήματα της ασφάλειας κα της νομιμότητας τα πιο συντηρητικά κομμάτια της κοινωνίας και από την άλλη θα την καταστήσει κερδοφόρα παραχωρώντας την σε ιδιώτες και μετατρέποντάς την σε ένα πεδίο άντλησης κέρδους.
Δεν είναι άσχετα με τη συνολικότερη αναδιάρθρωση και ιδιωτικοποίηση των φυλάκων ούτε η ανάθεση μέρους της φύλαξης των κέντρων κράτησης μεταναστών σε ιδιωτικές εταιρείες σεκιούριτι, ούτε και το ότι η επιτήρηση των φορέων βραχιολιών GPS θα ανατεθεί επίσης σε ιδιώτες.
2.
Η φυλακή είναι ένας θεσμός που μαζί με τη σχέση κεφαλαίου- μισθωτής εργασίας πρέπει να μπει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.
Η λειτουργία της φυλακής για την καπιταλιστική κοινωνία είναι δαιδαλώδης και η σημασία της κομβική και θεμελιώδης. Στεγάζει κατά βάση το πιο περιθωριοποιημένο κομμάτι της κοινωνίας, όμως ο ρόλος της κάθε άλλο παρά περιθωριακός είναι. Έχει πολλές αναγνώσεις, πολλές ερμηνείες και πολλά επίπεδα ανάλυσης. Είναι από τη μια ο χώρος για να κρύψει, να καταστείλει , να διαχειριστεί κερδοφόρα, να αποθηκεύσει , να παροπλίσει και να πειθαρχήσει τη περισσευούμενη εργασιακή δύναμη. Είναι ο χώρος που πετιέται για πάντα ή για ανακύκλωση ό,τι η οικονομία θεωρεί απόβλητο. Είναι, επίσης, ο χώρος όπου το απείθαρχο υποπρολεταριάτο εμπεδώνει την ιεραρχία, την πειθαρχία, την συνδιαλλαγή με την εξουσία και την πρακτική λειτουργία της οικονομίας. Η φυλακή σωφρονίζει, με την έννοια ότι οργανώνει κάθετα και γύρω από τα συμφέροντα του Κεφαλαίου την παραβατικότητα. Είναι ο χώρος όπου η παραβατικότητα αξιοποιείται και αφομοιώνεται από το Κεφάλαιο τόσο σε επίπεδο κοινωνικής όσο και σε επίπεδο οικονομικής λειτουργίας. Είναι ο χώρος που γίνεται η όσμωση αυθόρμητης παραβατικότητας με το οργανωμένο έγκλημα, ο χώρος όπου γίνεται η όσμωση του οργανωμένου εγκλήματος με την παραβατικότητα του λευκού κολάρου και τέλος ο τόπος που τα τρία προηγούμενα συνθέτονται αρμονικά με την επίσημη λευκή οικονομία.
Η φυλακή ως κομβικός θεσμός για τη λειτουργία του καπιταλισμού συντονίζεται με τη μισθωτή εργασία και τη γενικότερη οικονομία. Έχει μεγάλη σημασία να μην υποτιμηθεί ως πεδίο σύγκρουσης, τόσο από τους μέσα όσο και από τους από έξω, σε μια συνεχή και αλληλοτροφοδοτούμενη σχέση. Έχει σημασία και είναι ανάγκη η ανάπτυξη ενός κινήματος ενάντια στο θεσμό της φυλακής, όχι τόσο με υπαρξιακούς πια, αλλά κυρίως με πολιτικούς όρους. Ένα κίνημα που θα εντοπίζει τις συνδέσεις της φυλακής με την σχέση κεφαλαίου- μισθωτής εργασίας και θα συνδέει τους αγώνες ενάντια στο Κεφάλαιο με τους αγώνες ενάντια στη φυλακή. Ένα κίνημα ενάντια στο θεσμό της φυλακής γενικά, και της αναδιάρθρωσης – αυστηροποίησης- ιδιωτικοποίησης του θεσμού ειδικά, που σαν απώτερο στόχο θα έχει το γκρέμισμα κάθε φυλακής και σαν άμεσο να μη επιτρέψει τη δημιουργία ειδικών φυλακών, για την κατάργηση των οποίων δόθηκαν αιματηροί αγώνες την δεκαετία του ‘90. Που ως πρόβλημα θα αναδεικνύει όχι το γεγονός ότι κάποιος πήρε άδεια και δε γύρισε, αλλά ότι εκατοντάδες στερούνται των αδειών ενώ τις δικαιούνται. Όχι το πώς 11 όλοι κι όλοι φυλακισμένοι κατάφεραν να βγουν μια ανοιξιάτικη βραδιά από μια φυλακή που τους είχανε θάψει, αλλά το πώς κάθε εποχή θάβονται ζωντανοί χιλιάδες σε όλες τις φυλακές, τα κρατητήρια και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης της χώρας. Που θα αναδεικνύει την αντίφαση του να υποσιτίζονται και να ξεπαγιάζουν οι φυλακισμένοι από έλλειψη κονδυλίων, τη στιγμή που τεράστια ποσά δαπανώνται για την αγορά και την εγκατάσταση σύγχρονων ηλεκτρονικών μέσων ασφάλειας κι επιτήρησης. Που θα επιβάλει το αυτονόητο: ότι πρόβλημα δεν είναι το ότι δεν επέστρεψε ο Χριστόδουλος από την άδεια του, αλλά το ότι ο Σάββας δεν έχει ακόμη αποφυλακιστεί.
Τώρα πιο πολύ από ποτέ είναι απαραίτητος ο συντονισμός ποινικών και πολιτικών κρατουμένων, των εντός κι εκτός των τειχών, για να ανοίξει αυτή η αντίσταση στην αναδιάρθρωση -αυστηροποίηση – ιδιωτικοποίηση των φυλακών το δρόμο για το ολοκληρωτικό γκρέμισμά τους…
Από την ιστοσελίδα/ έντυπο αντιπληροφόρησης Παροξυσμός